“Τα χέρια σου γέμισαν αίματα. Τα κρατούσες μπροστά, με τα δάχτυλα ανοιγμένα σαν να μην είχαν σφίξει ποτέ μέσα τους το μαχαίρι. Το πουκάμισό σου είχε γεμίσει αίματα, το είδα. Και λίγο αργότερα, καθώς χάθηκες στο πλακόστρωτο μονοπάτι, ανάμεσα στα πεύκα, οι σόλες σου άφησαν πίσω κατακόκκινες πατημασιές, τις είδα”.